4/6/12

ΧΑΙΡΕΤΕ ΕΝ ΚΥΡΙΩ ΠΑΝΤΟΤΕ


Ο Χριστός είναι «η πάντων χαρά» (κοντάκιο της εορτής της Αναστάσεως του Λαζάρου). Και ο Απόστολος Παύλος, στην προς Φιλιππησίους επιστολή του μας προτρέπει «να χαιρόμαστε πάντοτε με τη χαρά που δίνει η κοινωνία με τον Κύριο» (Φιλιπ. 4, 4). Πόσο όμως οι άνθρωποι συνειδητοποιούμε ότι η ζωή κοντά στο Χριστό είναι ζωή χαράς; Πώς μπορούμε να διαγράψουμε από το νου μας το είδωλο της σοβαρότητας, του κλεισίματος στον εαυτό μας, την αίσθηση ότι ο αληθινός χριστιανός είναι φορτωμένος στη ζωή του με «πρέπει» και με «καθήκοντα», τα οποία του στερούν τη χαρά; Ακόμη περισσότερο σήμερα, που η ζωή των ανθρώπων και η πορεία της κοινωνίας ουδόλως επιτρέπουν τη χαρά, διότι όποιος τολμά να ισχυριστεί ότι είναι χαρούμενος σε έναν κόσμο δυστυχισμένο από την κρίση και τα πάμπολλα προβλήματα, μάλλον για αναίσθητος θα θεωρηθεί, παρά για χριστιανός αληθινός.
Κι όμως η χαρά είναι το βασικό συστατικό στοιχείο της πνευματικής μας ζωής. Η χαρά προέρχεται από την πίστη και την κοινωνία με το Χριστό. Προέρχεται από την αγάπη την οποία αγωνιζόμαστε να βιώσουμε και που μας κάνει επιεικείς με όλους τους ανθρώπους, ακόμη και μ’ αυτούς που μας εχθρεύονται και μας μισούν για τον τρόπο ζωής που έχουμε επιλέξει. Η χαρά προέρχεται από τον αγώνα για ελευθερία και νίκη κατά των παθών και του πνευματικού θανάτου, που γλυκαίνει αληθινά τη ζωή μας. Η χαρά προέρχεται από την δυνατότητα να δούμε τον κόσμο σε μιαν άλλη προοπτική, αυτήν της αιωνιότητας, και να μην υποταχθούμε στο πνεύμα του πρόσκαιρου, το οποίο μάλλον δεν αφήνει περιθώρια για αληθινή ζωή και δημιουργία, τουτέστιν για γνήσια χαρά.
Η χαρά δεν είναι αποτέλεσμα ενός παιχνιδιού ή απόφαση καθηκοντολογικού περιεχομένου. Δεν χαιρόμαστε γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε χαρούμενοι, επειδή είμαστε χριστιανοί. Χαιρόμαστε ακριβώς γιατί είμαστε χριστιανοί. Νιώθουμε αυτή την ιδιαίτερη ευλογία στις καρδιές μας να μην φοβόμαστε τον θάνατο, την ήττα, την αποτυχία, ακόμη κι αν αυτά πλησιάζουν στη ζωή μας και την απειλούν. Το βλέπουμε αυτό στην στάση του Χριστού, ο οποίος με την ανάσταση του Λαζάρου προσέφερε απίστευτη χαρά στους Ιουδαίους και αποδέχθηκε τη χαρά τους εισερχόμενος στην Αγία Πόλη και μη αρνούμενος να ακούσει τον ύμνο που προερχόταν εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων. Ο Χριστός είναι η χαρά μας και η σχέση μας μαζί Του. Και επειδή υπάρχει ο Χριστός στη ζωή μας μπορούμε να χαιρόμαστε οτιδήποτε μας δίδεται από Εκείνον ή επιτρέπει Εκείνος να μας δοθεί, ακόμη κι αν αυτό εξωτερικά δεν φαίνεται ευχάριστο. Εκείνος μας δίδει την δύναμη να το αντέξουμε και να σηκώσουμε τον σταυρό μας. Και αυτή η δύναμη ονομάζεται πίστη, η οποία τείνει να εκλείψει από τις ομάδες των πολλών σήμερα και ιδιαιτέρως όσων είχαν επενδύσει τη ζωή τους στα υλικά αγαθά ή στους κάθε λογής άρχοντες και υιούς των ανθρώπων.
Δεν έχει «πρέπει» η χριστιανική ζωή; Πόσο γελασμένοι είμαστε αν νομίζουμε ότι ο αληθινός χριστιανός κάνει ό,τι κάνει επειδή πρέπει. Ο αληθινός χριστιανός, επειδή λειτουργεί στα πλαίσια της σχέσης με τον Χριστό, Τον οποίο αγαπά, όπως και Εκείνος τον αγαπά, γι’ αυτό άλλωστε ανέβηκε και στο σταυρό, χαίρεται που μπορεί να κάνει έστω και το ελάχιστο για να φανεί κατά τι ευάρεστος στον Κύριο. Ακόμη κι αν γνωρίζει ότι Εκείνος μπορεί και συγχωρεί τα πάντα σ’ αυτόν που βάζει αρχή μετανοίας, η χαρά του χριστιανού είναι να παλεύει να αγαπήσει τον Θεό. Ακόμη και η στέρηση δεν είναι λύπη, γιατί είναι μια στένωση που δίνει νόημα στη ζωή, καθώς νικά τον εαυτό του που θέλει την ελευθερία για να ζήσει κατά το θέλημά του. Και όταν ο χριστιανός ζει κατά το θέλημα Εκείνου που του απέδειξε ότι τον αγαπά επάνω στο σταυρό, δεν μπορεί παρά να ζει την χαρά και να αντέχει την όποια λύπη.
Πώς αυτό μπορεί να έχει εφαρμογή σήμερα; Μπορεί ο χριστιανός να αναισθητεί στην δυστυχία και δυσκολία και απόγνωση των άλλων;
Δεν είναι αναισθησία να είναι κανείς χαρούμενος επειδή γνωρίζει ότι ο Χριστός δεν εγκαταλείπει εκείνον που πιστεύει σ’ Αυτόν. Δεν είναι αναισθησία να είναι κανείς χαρούμενος γιατί ο Χριστός του δίνει την δυνατότητα να ζήσει με περισσότερη ταπείνωση, εμπιστευόμενος τον εαυτό του, τις μέριμνές του, τους οικείους του επί Κύριον, ακόμη κι αν ο χρόνος δεν είναι το κατεξοχήν βοηθητικό στοιχείο σε μια τέτοια πραγματικότητα. Δεν είναι αναισθησία να μπορεί ο χριστιανός να χαίρεται επειδή του δίνεται η δυνατότητα όχι να σωρεύει αγαθά, αλλά να μοιράζεται με τον πλησίον του το λίγο ή το πολύ που εκείνος έχει ανάγκη και ο ίδιος μπορεί να δώσει.
Οι ανθρώπινες κοινωνίες και ο σύγχρονος πολιτισμός αποθέωσαν την χαρά της ηδονής, την χαρά του δικαιώματος, την χαρά του περιττού (από συσκευές και τεχνολογικά μέσα, μέχρι σχέσεις που δεν έχουν κανένα νόημα), την χαρά της ύλης. Βιώνουμε την αποτυχία αυτής της χαράς, όσο κι αν οι υποστηρικτές της δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι επένδυσαν λάθος. Όσοι θέλουμε να πιστεύουμε στο Χριστό, επειδή Εκείνος είναι και θα παραμείνει «η πάντων χαρά» κρατούμε αυτήν την μυστική χαρά που βιώνουμε στο μυστήριο της Εκκλησίας και την μεταφέρουμε στην καθημερινότητά μας, ως πηγή αντίστασης στο ψεύτικο και ως αφετηρία νέας ζωής. Και προσδοκούμε, μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα, όχι απλώς την πορεία προς τον Γολγοθά, το συναίσθημα, την τήρηση των παραδόσεων, αλλά την ουσιαστική σχέση με τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή, που επειδή είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή, θα μας κάνει να αντέξουμε σε οποιαδήποτε λύπη και δοκιμασία. Για να ανασταινόμαστε μαζί Του στη ζωή της Εκκλησίας μας.

Κέρκυρα, 8 Απριλίου 2012